Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τὸ στρατιωτικόν

См. также в других словарях:

  • στρατιωτικόν — στρατιωτικός of masc acc sg στρατιωτικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • воиньскыи — (41) пр. к воинъ в 1 знач.: Моужь оунъ въздрастъмь оупивъ сѩ оутоми тѣло. ||=въ воинскыихъ чинѣхъ лѣпоу˫а. напасть отъ того приѥмлѩ въ cебѣ. не могыи оуправити сѩ. ни своима ногама могыи походити. (στρατιωτικοῖς) Изб 1076, 266 об. 267; таче… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Medal of Military Merit (Greece) — Medal of Military Merit …   Wikipedia

  • Logothetes tou stratiotikou — The logothetēs toū stratiōtikou (Greek: λογοθέτης τοῦ στρατιωτικοῦ), rendered in English as the Logothete of the Military or Military Logothete, was a Byzantine imperial official in charge of the pay and provisioning of the Byzantine army.… …   Wikipedia

  • πύραυλος — (ή ενδοαντιδραστήρας). Ο απλούστερος και ο αρχαιότερος προωθητικός κινητήρας με αντίδρασητ. Ένας προωθητικός κινητήρας με πυραύλους παρέχει μια ώθηση σε συνάρτηση με την εκτόξευση των προϊόντων της καύσης του προωθητικού μείγματος· τα προϊόντα… …   Dictionary of Greek

  • στρατιωτικός — ή, ό / στρατιωτικός, ή, όν, ΝΜΑ [στρατιώτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον στρατό ή στον στρατιώτη (α. «στρατιωτικά δικαστήρια» β. «στρατιωτική στολή» γ.» στρατιωτικαὶ οἰκήσεις», Πλάτ.) 2. το αρσ. ως ουσ. ο στρατιωτικός άτομο που υπηρετεί …   Dictionary of Greek

  • Λασσάνης, Γεώργιος — (Κοζάνη 1793 – Αθήνα 1870). Λόγιος, Φιλικός και πολιτικός. Σπούδασε φιλολογία και φιλοσοφία στη Λειψία. Το 1818 ταξίδεψε διαδοχικά στην Πέστη της Ουγγαρίας και στη Μόσχα, για να καταλήξει στην Οδησσό, όπου εργάστηκε αποδοτικά ως δάσκαλος στην… …   Dictionary of Greek

  • Χαντζερής — Επώνυμο φαναριώτικης οικογένειας που ήκμασε τον 17o αι. και μετά. Οι κυριότεροι εκπρόσωποί της ήταν: 1. Αλέξανδρος (1759 – 1854). Συγγραφέας. Διετέλεσε οσποδάρος της Μολδαβίας. Φιλικός, αναγκάστηκε τελικά να καταφύγει στη Μόσχα, όπου συνέχισε την …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»